Thought for Food: Η συνταγή της επιτυχίας περιέχει γνώση, επιμονή και διάθεση για συνεργασία

Ο Δημήτρης Ψαθάς, 26 ετών, με σπουδές στη γεωπονία, πριν μερικά χρόνια αποφάσισε να αξιοποιήσει τη μικρή έκταση ελαιόδεντρων που του άφησε ο πατέρας του και να επικεντρωθεί στην παραγωγή επιτραπέζιας ελιάς. Μια ξεχασμένη τοπική συνταγή αποτέλεσε το έναυσμα για να κάνει την αρχή και το Πρόγραμμα «Thought for Food» του Ιδρύματος Μποδοσάκη σε συνεργασία με την Αμερικανική Γεωργική Σχολή, τον υποστηρίζει στα πρώτα του βήματα ώστε να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.

Το περιτριγυρισμένο από ελαιόδεντρα αγρόκτημα του Δημήτρη βρίσκεται στον Δήμο Τρίγκλιας της Κοινότητας Τενέδου Χαλκιδικής. Η τοπική οικονομία συνδέεται άρρηκτα με την καλλιέργεια της παραδοσιακής πράσινης ελιάς δεδομένου ότι σχεδόν το 80% του πληθυσμού του νομού ασχολείται με την καλλιέργεια, τη μεταποίηση, την εμπορία και γενικά με δραστηριότητες που σχετίζονται με την ελιά. Στην περιοχή λειτουργούν 80 μεταποιητικές μονάδες και 40 ελαιοτριβεία και παράγεται περίπου το 55% της συνολικής ποσότητας επιτραπέζιας ελιάς της Ελλάδας, ενός προϊόντος με μεγάλη δυναμική και προοπτικές.

Ο Δημήτρης μπορεί να είναι ένας μικρός παραγωγός, με μόλις 800 δέντρα στην κατοχή του, αλλά η αγάπη του για τον τόπο του και η επιθυμία του να φέρει κάτι νέο είναι μεγάλη. Καλλιεργεί με σεβασμό προς το περιβάλλον ακολουθώντας ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης ενώ προσανατολίζεται στη βιολογική καλλιέργεια. Το 2014 έκανε την πρώτη απόπειρα να παράγει επιτραπέζιες ελιές και αφορμή για αυτό αποτέλεσε η προτροπή ενός φίλου του να δοκιμάσει πράσινες ελιές Χαλκιδικής φτιαγμένες με μια παλιά συνταγή. Πράγματι οι ελιές ήταν πεντανόστιμες και επιχείρησε και ο ίδιος να εφαρμόσει τη συνταγή. «Το 2015 βγήκε η πρώτη παρτίδα, 300 κιλά, ήταν καταπληκτικές. Όσοι τις έτρωγαν δεν μπορούσαν να σταματήσουν. Ξεκίνησα μάλιστα συνεργασία με ένα εστιατόριο στη Θεσσαλονίκη», μας λέει ο Δημήτρης.

Παράλληλα ίδρυσε την «Klea», η οποία βραβεύτηκε ως καλύτερη νεοφυής επιχείρηση στο ετήσιο Orange Grove Agri-Food Entrepreneurship Masterclass που διεξάχθηκε στη Θεσσαλονίκη στο τέλος του 2016.

Όμως, ενώ όλα έδειχναν πως είχε βρεθεί η συνταγή της επιτυχίας, η  δεύτερη παρτίδα ελιών δεν ήταν το ίδιο εύγευστη και κατάλληλη για διάθεση στο εμπόριο. Τότε, αντί να πτοηθεί, ο Δημήτρης αναζήτησε την λύση στην επιστημονική συμβολή της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής.

«Χρειαζόμαστε την παράδοση αλλά πρέπει να την εξελίσσουμε κι αυτό ακριβώς επιδιώκουμε μέσω της εκπαίδευσης, την εξέλιξη αυτής της εξαιρετικής τοπικής συνταγής», επισημαίνει η Δρ. Μαρία Γουγουλή από το Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων του Κολλεγίου Περρωτής στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή Θεσσαλονίκη (ΑΓΣ).

Όπως επεξηγεί ο Νίκος Χατζηλίας, Χημικός Μηχανικός – Καθηγητής στο Κολλέγιο Περρωτής, η συμβουλευτική υποστήριξη που έλαβε ο Δημήτρης τους τελευταίους 3 μήνες στόχευε στο να επαληθευτεί και να προσαρμοστεί η διαδικασία επεξεργασίας των καρπών στην πρώτη ύλη ώστε να υπάρχει συνέπεια και σταθερότητα στην ποιότητα του προϊόντος και να μπορέσει να διατίθεται σε σταθερή βάση στην αγορά τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας.

Ο Δημήτρης με τους εκπαιδευτές της Αμερικής Γεωργικής Σχολής, Δρ. Μαρία Γουγουλή και Νίκο Χατζηλία

Στο διάστημα αυτό, οι δύο εκπαιδευτές επισκέφτηκαν τον χώρο επεξεργασίας της ελιάς, όπου οι καρποί ωριμάζουν μέσα σε βαρέλια για 5 έως 6 μήνες μέχρι να γίνουν κατάλληλοι προς βρώση, έκαναν τις κατάλληλες εργαστηριακές αναλύσεις στο προϊόν, αξιολόγησαν τα σφάλματα και πρότειναν βελτιώσεις. Αυτή τη στιγμή έχει ολοκληρωθεί το πρώτο στάδιο της εκπαίδευσης και χρειάζεται ένας δεύτερος κύκλος με επιπλέον αναλύσεις ώστε να τυποποιηθεί η παραγωγή.

«Η εκπαίδευση με βοήθησε ώστε να καταλάβω τα λάθη μου. Πώς να βελτιώσω την πρώτη ύλη μέσω της ρύθμισης του μηχανισμού ζύμωσης και αλλοίωσης και έτσι να αποφύγω σφάλματα στο μέλλον», τονίζει ο Δημήτρης.

Η συγκεκριμένη περίπτωση αναδεικνύει ότι για να ανθίσουν οι ιδέες των νέων αγροτών σήμερα είναι απαραίτητη η συμβολή της επιστήμης. Μόνο τότε θα μπορέσουν να αξιοποιηθούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που κρύβουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής παράδοσης και γης και να παραχθούν προϊόντα υψηλής ποιότητας.

Αναγκαία η ανάπτυξη συνεργασιών

Πόσο εύκολο είναι όμως να επιβιώσει και να πετύχει ένας μικρός παραγωγός; Ο Δημήτρης έχει κατανοήσει από νωρίς ότι το συστατικό της επιτυχίας κρύβεται στη συνεργασία. «Από τη στιγμή που ξεκίνησα τις σπουδές μου στη γεωπονία κατάλαβα ότι θέλω να γίνω αγρότης, ήταν έμφυτο μάλλον, αλλά σύντομα είδα ότι το ζητούμενο δεν είναι απλώς να γίνεις αγρότης αλλά να κάνεις ένα βήμα παραπάνω στην παραγωγή. Αν έδινα τις ελιές χύμα στον έμπορο και δεν έκανα μεταποίηση ο ίδιος, δεν θα έμενε σχεδόν τίποτα για εμένα. Για να πετύχεις όμως σε αυτό, χρειάζεσαι και άλλους ώστε να μειώσεις το κόστος παραγωγής, να βελτιώσεις την ποιότητα της εκσυγχρονίζοντας τα μηχανήματα, να ελέγξεις και να μετριάσεις τις επιπτώσεις των κινδύνων».

Όπως μας εξηγεί, στην παραγωγή ελιάς έχεις κατά μέσο όρο δύο μέτριες χρονιές που βγάζεις τα έξοδά σου, μια καλή και μια κακή. Για αυτούς τους λόγους, άμεσος στόχος του Δημήτρη είναι να καταφέρει να συνενώσει μια ομάδα μικρών παραγωγών της ευρύτερης περιοχής σε ένα συνεργατικό επιχειρηματικό σχήμα, όπως είναι τα clusters.

Το όραμά του τον γεμίζει με δύναμη παρά τα μεγάλα αποθέματα σωματικής και ψυχικής δύναμης που απαιτεί η δουλειά του αγρότη. Από την έναρξη σχηματισμού νέας βλάστησης τον Μάρτιο μέχρι τον Σεπτέμβριο που γίνεται η συγκομιδή, ο αγρότης παρακολουθεί με επιμονή τον κύκλο ζωής της ελιάς, που κορυφώνεται τους καλοκαιρινούς μήνες.

«Την περίοδο του καλοκαιριού μπορεί να απασχολείσαι 16 ώρες χωρίς σταματημό σε εργασίες όπως το πότισμα, η λίπανση, ο καθαρισμός αλλά όταν μου λένε καλά λόγια για το προϊόν μου ξεχνάω όλη την κούραση. Η ηθική ανταμοιβή είναι τεράστια και αυτό μου δίνει δύναμη να συνεχίσω», λέει χαμογελώντας.

Μέσω του Προγράμματος «Thought for Food» μπορείτε να υποστηρίξετε γεωργούς και κτηνοτρόφους σαν τον Δημήτρη που δραστηριοποιούνται στους τομείς της παραγωγής, της μεταποίησης και των εξαγωγών, σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.

Kείμενο & Φωτογραφίες: Μαρίνα Τομαρά, Τμήμα Επικοινωνίας /Ίδρυμα Μποδοσάκη